Δευτέρα 18 Αυγούστου 2008

LOS BASTARDOS

Δυό παράνομοι εργάτες στο Λος Άντζελες, θα φτάσουν στα άκρα και θα βουτήξουν στα πιό άγρια ένστικτα επιβίωσης, οργής και εκδίκησης....

«Αυτό που κάποτε κάναμε για τη Θεία Χάρη, τώρα το κάνουμε για τα χρήματα. Σήμερα εξάλλου, είναι το μοναδικό πράγμα που χαρίζει στον άνθρωπο, την αίσθηση της δύναμης».
ΝΙΤΣΕ


ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΑΙΝΙΑΣ
Σκηνοθεσία: Amat Escalante
Σενάριο: Amat Escalante, Martin Escalante
Παραγωγοί: Jaime Romandia, Amat Escalante, Gabr iel Abraham
Δ.Φωτογραφίας: Matt Uhry
Μοντάζ: Ayhan Ergursel, Amat Escalante
Ήχος: Raul Locatelli
Μουσική: Jazkamer
Ηθοποιοί: Jesus Moises Rodriguez, Ruben Sosa, Nina Zavarin, Kenny Johnston
Διάρκεια: 90΄, Έγχρωμο/ Μεξικό-Γαλλία/
Εταιρίες παραγωγής-διανομής: La Pacte, Mantarraya Productions, Tres Tunas

ΣΥΝΟΨΗ
Ένα εικοσιτετράωρο από τις ζωές των Fausto και Jesus, δυο παρανόμων εργατών (που δεν έχουν πράσινη κάρτα) στο Λος Άντζελες. Κάθε μέρα και μια καινούργια αποστολή, κάθε μέρα η ίδια πίεση για να βρουν λεφτά. Παρακολουθούμε τη καθημερινή τους ρουτίνα, που ξεκινά πάντα από την ουρά του Κέντρου Μεταναστών. Περιμένουν καμιά καλή δουλειά, ότι να’ναι. Σήμερα εν αντιθέσει με τους μισθούς πείνας και τις σκληρές συνθήκες εργασίας των προηγούμενων ημερών, τους δίνεται μια ελπίδα. Υ πάρχει δουλειά που πληρώνει και με το παραπάνω. Σήμερα όμως ο Jesus κουβαλά μια καραμπίνα με κομμένη κάνη, στο σακίδιο της πλάτης του.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ
Ξεκίνησα να δουλεύω πάνω στο σενάριο του «Los Bastardos», πολύ πριν η αθρόα μετανάστευση από το Μεξικό, γίνει καίριο ζήτημα όπως είναι σήμερα. Είναι ένα φιλμ που εξελίχθηκε με φυσικό τρόπο. Δεν ξεπήδησε ακριβώς από κάποια συγκεκριμένη ιδέα που είχα στο μυαλό μου, αλλά περισσότερο από το ποιος είμαι και πως έχω ζήσει στις Η.Π.Α, σαν γνήσιο τέκνο παράνομων μεταναστών.
Πιστεύω πως αυτή η ταινία τώρα έχει γίνει κάτι διαχρονικό και σημαντικό. Όταν έγραφα τις πρώτες σελίδες σεναρίου, δεν μπορούσα να το φανταστώ. Η σημερινή κρίση της μετανάστευσης ανάμεσα στο Μεξικό και στις Η.Π.Α, έχει ενταθεί σε τρομερό βαθμό. Μια ένταση που την ένιωθα από μικρός, να μεγαλώνει χρόνο με το χρόνο ζώντας και στα δυο κράτη εναλλάξ, αλλά δεν περίμενα ποτέ να φτάσει σε τέτοια άκρα. Το «Los Bastardos» είναι αποτέλεσμα των εμπειριών μιας ζωής. Στη ταινία αυτή προβάλω την αγωνία και λύπη των δικών μου ανθρώπων, που στοιβάζονται ανά χιλιάδες στα σύνορα και εισέρχονται μέσα τις Η.Π.Α με όποιο τρόπο μπορούν. Αποκλειστικός στόχος είναι να βγάλουν όσο το δυνατόν πιο πολλά λεφτά, σε μικρό χρονικό διάστημα. Διάλεξα για το ρόλο των κύριων πρωταγωνιστών (του Jesus και του Fausto) δυο άτομα που δεν είναι ηθοποιοί. Δουλεύουν καθημερινά κάτω από απάνθρωπες συνθήκες και προέρχονται από την ίδ ια συνοικία του Μέξικο Σίτυ. Αυτοί οι δυο άνθρωποι εκφράζουν για μένα τη σημαντικότερη πτυχή του σύγχρονου κόσμου: τον απόλυτο εξευτελισμό της φύσης του ανθρώπου, μέσα στη κοινωνία. Σήμερα ο ανθρώπινος παράγων μπορεί να επικοινωνήσει και να ικανοποιήσει τις λειτουργικές του ανάγκες, μόνο διαμέσων του χρήματος.
Για μένα η ταινία ανοίγει διάλογο με την χειρότερη τραγωδία που μπορεί να αντιμετωπίσει το ανθρώπινο πλάσμα: να εξελιχθεί σκόπιμα σε δολοφόνο.
Δεν πιστεύω ότι είναι μέσα στα όρια της ανθρώπινης φύσης, η διάπραξη ενός εν ψυχρώ εγκλήματος. Πιστεύω, ότι μόνο ο εκφυλισμός της ιδιοσυγκρασίας του καθενός, μπορεί να οδηγήσει εκεί. Το μπαστάρδεμα της ανθρωπιάς. Εδώ θέλω να σημειώσω πως διαχωρίζω την εν ψυχρώ δολοφονία, από την αυτοάμυνα ή την εκδίκηση. Τα δυο τελευταία ζητήματα δεν αφορ ούν στη παρούσα φάση τους βασικούς χαρακτήρες μου, αν και οι ρίζες της εγκληματικής δραστηριότητάς τους, έχουν προέλθει από το πάθος και τη μετέπειτα εκδίκηση ενός τρίτου άνδρα, για την πρώην ερωμένη του.
Είμαστε τόσο εξοικειωμένοι στο να παρακολουθού με φόνους από τη τηλεόραση, στην ζεστασιά του σαλονιού μας. Στη ταινία θέλω να αντιστρέψω το ευάρεστο αυτό βλέμμα, πλησιάζοντας το θεατή με τη βία και τον αδικαιολόγητο θάνατο, που προέρχεται από τη μεριά της τηλεόρασης.
Γενικότερα νιώθω μέσα μου, πως δεν προσέχουμε καθόλου τους ανθρώπους που ζουν με προϋποθέσεις. Μάλλον τους αγνοούμε εσκεμ μένα. Πρέπει να παλέψουμε για το δικαίωμα στις βασικές ανάγκες των ανθρώπων, όπου και αν βρίσκονται στο κόσμο. Να σταματήσουμε την ανέχεια που ωθεί τους ανθρώπους να πηδάνε τοίχους, να σκοτώνονται σε ηλεκτροφόρα καλ ώδια, για να θρέψουν, όσοι τα καταφέρουν, την ανάγκη τους για ζωή.


ΑΠΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

ΕΡΩΤΗΣΗ: Από που ξεκίνησε η ιδέα του σεναρίου;
AΜΑΤ ESCALANTE: Έχω την εντύπωση πως η ταινία δεν είναι αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης ιδέας. Το τελευταίο μου φιλμ με τίτλο «Sangre»,μπορείς να πεις πως πράγματι προήλθε από κάτι συγκεκριμένο. Νιώθω ότι το «Los Bastardos», προήλθε από καταστάσεις και εμπειρίες, που τις βίωσα κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες στη ζωή μου. Ζω ταυτόχρονα στις Η.Π.Α και το Μεξικό. Ο πατέρας μου πέρασε παράνομα τα σύνορα των Η.Π.Α, πριν γεννηθώ και σακάτεψε τα χέρια του στα σύρματα. Μου έχει πει αυτή την ιστορία πολλές φορές και για μένα είναι φαίνεται πολύ παράξενο να ρισκάρει κάποιος τόσο πολύ για να πηδήξει ένα φράχτη στο κάτω κάτω. Ποιος είναι ο λόγος αναρωτιέμαι έκτοτε. Άλλο ένα μέλος της οικογενείας μου, πέρασε τα σύνορα σερνόμενος στους υπονόμους, για περίπου 12 ώρες. Αυτές οι μαρτυρίες με ώθησαν ουσιαστικά, στην απόφαση να κάνω το «Los Bastardos». Το σενάριο, το έγραψα μαζί με τον αδερφό μου Martin από απόσταση, καθώς εγώ ήμουν σε φεστιβαλική «τουρνέ» ανά το κόσμο. Το σενάριο ολοκληρώθηκε καθώς ήμουν καλεσμένος στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών, στις Κάννες πριν από 2 χρόνια. Ο Martin έχει την ικανότητα να δομεί πολύ καλύτερα από μένα σκηνές και διάλογους πάνω στο χαρτί. Έτσι του έστελνα με e-mail τις σκόρπιες ιδέες μου και αυτός τις μόνταρε, τις διόρθωνε όπου χρειαζόταν και αποφασίζαμε από κοινού. Ήταν μια επίπονη διαδικασία, πάνω σε ένα δύσκολο προτζεκτ.
ΕΡ: Πότε αποφάσισες για τα μέρη όπου θα γυρίζονταν η ταινία; Γιατί διάλεξες ειδικά το Λος Άντζελες;
ΑΠ: Όταν ξεκινώ να σκέφτομαι τα μέρη όπου θα εξελιχθεί μια ιστορία, απαιτώ από τον εαυτό μου να τα γνωρίζει καλά. Με αυτό το τρόπο νιώθω ότι ελέγχω το χώρο και αρχίζω να σχηματοποιώ τη δράση. Τα προάστια του Λος Άντζελες ταιριάζουν ιδανικά στους ήρωές μου. Επειδή οι χαρακτήρες της ταινίας αλλάζουν μέρη συνεχώς για να βρουν δουλειά, έτσι κι εγώ βρήκα μια περιοχή όπου το φόντο της να περνά απαρατήρητο από το θεατή.
ΕΡ: Στη ταινία δουλεύεις με πολύ διαφοροποιημένο καστ. Κάποιοι ηθοποιοί είναι επαγγελματίες, ενώ οι περισσότεροι, όχι. Αυτό πως επηρέασε τον τρόπο παραγωγής; Δυσκολεύτηκες στη σκηνοθεσία των ηθοποιών;
AΠ: Ήταν δύσκολο και ξόδεψα είναι η αλήθεια πολύ χρόνο μέχρι να καταλήξω στους δυο πρωταγωνιστές. Μαζί με τον αδερφό μου, δουλέψαμε ένα χρόνο πάνω σε αυτό το αντικείμενο. Όσον αφορά τη περίπτωση του Jesus Moises Rodriguez που παίζει τον Jesus, τον εντοπίσαμε σε μια οικοδομή στη πόλη μου, το Γουαναχουάτο του Μεξικό. Ενθουσιάστηκε με την ιδέα της ταινίας. Όμως ήταν εξαιρετικά δύσκολο να τον μπάσουμε στις Η.Π.Α, νόμιμα. Η αρχική μας πρόταση απορρίφθηκε, προκαλώντας καθυστερήσεις στο γύρισμα, αλλά στο τέλος τα καταφέραμε. Ο Ruben Sosa που παίζει τον Fausto, ήρθε σε μας από θαύμα. Αφού είχαμε μιλήσει ήδη με ένα πρόσωπο που τελικά φοβήθηκε τα γυρίσματα και αποχώρησε, πιεστήκαμε αφάνταστα, διότι έπρεπε μέσα σε 2 μέρες να βρούμε κάποιον, αλλιώς θα αναβάλαμε τα πάντα και απ’ότι καταλαβαίνεις αυτό θα σήμαινε την καταστροφή. Έτσι όλη η παραγωγή, πήρε τους δρόμους. Η art director της ταινίας Daniela Schneider, βρήκε τελικά τον Ruben αραχτό σε μια γωνία. Το γύρισμα ξεκίνησε τελικά τη τελευταία στιγμή. Το κύριο μέλημα μου ήταν το πως θα μείνουν συγκεντρωμένοι για να θυμούνται τους διαλόγους. Πάνω σε αυτό αυτοσχεδίασα αρκετές φορές. Το αποτέλεσμα είναι να διαφοροποιηθούν οι διάλογοι από το πρωτότυπο σενάριο. Τα παιδία κατάφεραν να εκφραστούν με τον τρόπο που ξέρουν. Ο συνδυασμός των δυο μεξικάνων με την λευκή αμερικανίδα γυναίκα, ήθελα να είναι εκρηκτικός, αλλά να μπορεί να περπατήσεις. Ήμουν τυχερός που βρήκα τη Nina Zavarin, αφού πρώτα έκανα κάστινγκ σε 300 κορίτσια. Η Nina ήταν πρόθυμη να δώσει τα πάντα στο πρότζεκτ και να φτάσει σε σημεία που άλλοι ηθοποιοί θα το ξανασκέφτονταν. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων τα παιδιά εμπιστεύτηκαν ο ένας τον άλλο πάρα πολύ. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη μας νίκη, η αλληλεγγύη.
ΕΡ: Αν και τα γυρίσματα του «Los Bastardos», είναι σχεδόν αποκλειστικά ημερήσια και λουσμένα στο φως, η θεματική της ταινίας είναι σκοτεινή. Εξήγησέ μας τη διαφορά αυτή...
ΑΠ: Ακριβώς. Ήθελα να γυρίσω κάτω από το σκληρό ημερήσιο φως, έτσι ώστε να μην μπορεί κανείς να βρει καταφύγιο. Για μένα οι Η.Π.Α στη πλειοψηφία τους είναι μια καθαρή και καλοδιατηρημένη χώρα, όπου έχουν επενδυθεί πολλά χρήματα για να καλύψουν τη βρωμιά με τσιμέντο. Σαν μεξικάνος που είμαι κάθε φορά που περνάω τα σύνορα, αισθάνομαι τη διαφορά. Επίσης δεν μου αρέσει να κάνω ταινίες που κρύβονται πίσω από όμορφα σκηνικά.
ΕΡ: Ποιο κομμάτι της παραγωγής σε επηρέασε θετικά;
ΑΠ: Το πλέον συναρπαστικό κομμάτι της παραγωγικής διαδικασίας, περιλαμβάνει αυτό που έκανα και στη πρώτη μου ταινία, δηλαδή να δουλέψω με μη επαγγελματίες ηθοποιούς. Στην αρχή δεν πίστευαν ότι πραγματικά συμμετέχουν σε αληθινή ταινία και αργότερα ο δρόμος μέχρι το φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών ήταν μια εμπειρία που άλλαξε τη ζωή τους και τη δική μου.
ΕΡ: Συνάντησες ηθικές αντιστάσεις είτε από τους ηθοποιούς, είτε από τους τεχνικούς για το επίπεδο της βίας στη ταινία σου;
ΑΠ: Όχι, διότι πιστεύω πως όλοι μας σήμερα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είμαστε εξοικειωμένοι στη βία και το έγκλημα.
ΕΡ: Οι δυο μεγάλες λήψεις στην αρχή και στο τέλος του φιλμ, είναι πραγματικά αξιοθαύμαστες. Τις είχες σκεφτεί από πριν ή σου προέκυψαν στο μοντάζ.
ΑΠ: Η σκέψη μου ήταν πως θα ξεκινούσα τη ταινία δείχνοντας ένα σκηνικό από αδιαπέραστο τσιμέντο και θα τέλειωνα με τη γη και το χώμα, όπου εκεί κάτι μπορεί να φυτρώσει ξανά. Τα υπόλοιπα δεν ήρθαν από κάποιο σκληρό προγραμματισμό, αλλά μάλλον από ένστικτο. Η τελευταία λήψη της ταινίας έγινε από «ατύχημα». Αφού τεχνικά μας ήταν δύσκολο να πραγματοποιήσουμε τη λήψη που απαιτούσε το σενάριο, δοκιμάσαμε πολλές εναλλακτικές λύσεις. Αυτό που αποτυπώθηκε τελικά στο πανί, είναι η τελευταία μέρα των παραλλαγών μας και ο κατάκοπος ηθοποιός δεν είχε συνειδητοποιήσει πως τον τραβάγαμε. Είναι καταπληκτικό να σου δίνει ο άλλος τον πραγματικό εαυτό του, για μια ανεπανάληπτη στιγμή. Εάν μπορείς να πιάσεις αυτή τη φευγαλέα στιγμή, έχεις κινηματογράφο, έχεις τέχνη. Όταν φώναξα «cut», ήξερα πως ήταν η τελευταία σκηνή του φιλμ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: